Τετάρτη 17 Δεκεμβρίου 2014

νο43

"Αράδες καμωμένες την ώρα της σιέστας με το μυαλό στους Τζέρεμυ Ίνγκλαντ και Τζιμ Μόρισον"
##είμαστε τέρατα ενέργειας 
##με την έξη για καλύτερη διάχυση της θερμότητας  
##γενετήσιο κουσούρι και κληροδότημα απ'την ίδια την ύλη που μας αποτελεί
##σώματα σε αέναο μετασχηματισμό
##άτακτοι ως μονάδες
##άτακτοι σα σύνολα
##προσπαθούμε να ανακατανείμουμε τα εσώτερα συστατικά μας
##χωρίς να αλλοιώνουμε τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά
##που κάνουν τον Τόμας,την Σάρα,τον Σαϊντ,την Σου,τον Μπλαντιμίρ,τον ¨Άριαν
## -τον καθένα κι όλους- μοναδικούς
##στο δρόμο μπροστά από το ξενοδοχείο του Τζέϊμς
##σκυλιά ανάφαγα παίρνουν στο κατόπι ηθοποιούς 
##που ταυτίστηκαν για πάντα με τους ρόλους που πρωτοερμήνευσαν
##προαναγγέλλοντας άτυπα τη λήξη του καλοκαιριού
##καθώς σε δοκιμαστικούς σωλήνες
##γεμάτοι ανοιχτές πληγές μεθαμφεταμινομανείς επιστήμονες
##τσουλάνε κρυστάλλους από δάκρυα
##ανθρώπων και δέντρων
##προσπαθώντας να μείνουν ξύπνιοι και εργαστηριακά να πετύχουν
##εντροπικό ζενίθ
##θάνατο 
## -το τέλος-
##εξελικτικό τέλμα
##και με αυτά για όπλα,να εξορίσουν για πάντα
##τους φλεβοτομιστές της χαράς μας
##στο συμπαντικό ορυχείο
##να μείνουμε να γελάμε σαν εύπλαστα,τρελαμένα παιδιά
##με τη μουσική και τις φωνές παντού γύρω μας
##άγγελοι και ναύτες,φτιαγμένοι λεύτεροι και τολμηροί 
##να ζήσουμε σε γη,ουρανό και θάλασσα
##πάνω,μέσα και γύρω απ'τους τρεις ζωοδόχους όγκους ύλης 
##που έχουμε την τύχη να μπορούμε να αγγίξουμε
##τραγουδώντας το εκτυφλωτικό,"τυφλό" λευκό φως του τέταρτου
##κάθε αυγή και δύση
##εκεί έξω
##αφιονισμένοι-άμωμοι
##(σιωπή)
##επιλέξαμε το αρχαίο μουρμουρητό για κοινή μας γλώσσα
##διαλέξαμε τη μέρα και την θεότητα της 
##τετραγωνίζοντας τον ζωδιακό κύκλο
##χτίσαμε τη θρησκεία που εχθρεύεται την πίστη
##μπορούμε να συνεχίσουμε με σχέδια για κάποιο φόνο...

Κυριακή 14 Δεκεμβρίου 2014

νο42

 κάτι πρωινά που στο πατρικό μου τα καλοκαίρια,σαν καλοκουρδισμένο ρολόι,ο θόρυβος από εκατοντάδες φτερά που έρχονται σε επαφή με τα φύλλα της λεμονιάς όπως μικρά πουλιά ξεπετούν ουρλιάζοντας,με ξυπνά κάθε μέρα στις τέσσερις
κάτι πρωινά που προσπαθώ να κρύψω την άσχημη ανάσα μου με ένα αμήχανο χαμόγελό μου και συ αφοπλιστικά με φιλάς στο στόμα.
 κάτι πρωινά που με το κεφάλι γεμάτο ακόμα από το προηγούμενο βράδυ και σκαλωμένος στο ότι ανοίγοντας το παντζούρι θα συνεχίζεται η βροχή και ο κωλόκαιρος,διαψεύδομαι πανηγυρικά καθώς την επόμενη στιγμή ο ήλιος μου χαρίζει ένα θερμό λουτρό ενέργειας και μια εμμονή με το "να παίζει το τρανζίστορ" που θα με ακολουθεί όλη μέρα σε λούπα,από το χημικό σάμπλερ της σκέψης μου.
 κάτι πρωινά που νομίζοντας πως θα λιποθυμήσω από την πείνα αγοράζω τυρόπιτα αλλά μόλις βλέπω τον τύπο που ξυπνά στα σκαλιά μιας πολυκατοικίας πιο κάτω καταλαβαίνω πως δεν πεινάω και τόσο και τη μοιράζομαι μαζί του.
 κάτι πρωινά που τσεκάροντας στα γρήγορα το μέηλ(και καθώς προσπαθώ να συντηρήσω και να καταπραΰνω τις έξης μου,με την πρώτη γουλιά βιαστικά ετοιμασμένου καφέ σε συνδυασμό με την πρώτη τζούρα καπνού) πέφτω σε ένα κάποιου συντρόφου που γνώρισα πρόσφατα και ξεφυσώντας διαβάζω πράγματα όπως "χαίρομαι όταν γνωρίζω ανθρώπους στο δρόμο,εκεί που οι πρακτικές της εξουσίας "εξαργυρωμένες" παίρνουν υπόσταση -φτώχεια,ρατσισμός,καταστολή,κοινωνικός κανιβαλισμός,ραγιαδισμός- παράδοξα γεννιούνται οι πιο υγιείς και ειλικρινείς σχέσεις.αυτές οι σχέσεις που κάνουν τον άνθρωπο πιο άνθρωπο και τους ανθρώπους φίλους και συντρόφους.".
 κάτι πρωινά που με βρίσκουν άυπνο να ακούω όλο το "dawn" για άλλη μια φορά στη ζωή μου κι ανατρέχω σε εκείνο το πρωί του μάη,με το ζεστό κόκκινο κρασί να χάνεται μέσα στο κόκκινο του ουρανού σαν σηκώσαμε τα ποτήρια να πιούμε στους όρκους μας,σπαρμένοι ανάμεσα στον χρόνο σαν ατμόπλοια σε αχανή μακρινό ωκεανό,φοβισμένοι από τον χρόνο-επιζώντες κανόνων που έχουν επιβληθεί από άγνωστες δυνάμεις- και παρόλα αυτά όλοι ήμασταν εκεί.
 κάτι πρωινά που η διακοπή του βιολογικού μου ύπνου δε σημαίνει αυτόματα την πλήρη διακοπή της επικοινωνίας με το υποσυνείδητο και το "δοχείο" της πραγματικότητας μένει άμορφο και γίνεται εύπλαστο.
 κάτι τέτοια πρωινά,γουστάρω τόσο που υπάρχω ακόμα...











Τρίτη 2 Δεκεμβρίου 2014

νο41

καθισμένος στην ερμού,σε μια από τις ξύλινές της γλάστρες
θρόνος
ανθοδέσμιος των τριών τελευταίων λουλουδιών του φιλόξενου φυτού
είναι
ζευγάρια γελούν καθώς το σταυροπόδι του φανερώνει την τεράστια τρύπα στον πάτο του παπουτσιού του,δεν τον νοιάζει πια.τα γέλια συνεχίζουν,οι βόλτες
οι αγκαλιές
αναλύει τους περαστικούς κάτω απ΄τα πολύχρωμα φώτα των μαγαζιών με τους ντυμένους σα κλόουν υπαλλήλους για τις ανάγκες κάποιου χριστιανεμπορικού πανηγυριού και κάτω από τα προσωπεία της τηλεοπτικά μεταδιδόμενης κανονικότητας,ψάχνοντας μανιωδός για το που καβατζώνουν την τόση θλίψη και μοναξιά
που κρύβουν
απέναντι δυο σκυλιά πότε κυνηγιούνται,πότε μυρίζουν τα απαυτά τους  και πότε απλά ξαποσταίνουν πλάι-πλάι,μόνο με τις ανάσες τους που σμίγουν και τα χιλιοφορεμένα γούνινα πανωφόρια τους αντίδοτα στην παγωνιά του δεκέμβρη.κάπως έτσι πρέπει να'ναι,σκέφτηκε,η
πραγματική αγάπη




*αγαπάμε κυρίως αυτούς που μας στέκονται ακόμη και όταν ξέρουν πως δεν πρόκειται να κερδίσουν τίποτε από μας,είτε δεν ξαναδύσουμε,είτε δεν ξανανατείλουμε ποτέ ξανά.ευχαριστώ πολύ παλιό καβούρι...