Πέμπτη 29 Μαΐου 2014

νο35

ξέρω τη σκέψη σου
πιο καλά απ'τη φωνή σου
ξέρω τη φωνή
πιο καλά απ'τη μορφή σου
δεν ξέρω τι να κάνω
(ανέπνεε)*
σκαρφαλώνω γιασεμιά
πηδάω φράχτες από αυλές
για την καρδιά ενός εκ των κτηνών που έχω μέσα μου
αποκαλώ το εδώ μου απεχθές
πες μου,αλήθεια με θες;
(και τι είναι μια δική μου εισπνοή αν δεν τη ζεσταίνουν τα δικά σου χνώτα)
στους βραδινούς μου περιπάτους
δε λείπει η ένταση
μα λείπεις εσύ
στα χέρια μου να σε κουβαλήσω
ανάμεσα σε βάτα και αγριόχορτα
πεσμένες καστανιές και καρυδιές πελώριες
να φτάσουμε στο μέρος
όπου συχνάζει ο γάτος ο "ξένος"
και το φίδι ο "φίλος"
ξένο λέω τον γάτο για να τον αγαπώ πιο πολύ
και φίλο το φίδι για να προσέχω πιο πολύ
και κει μαζί να μυρίζαμε τ'άρωμα που γεννιέται
απ'τα χιλιάδες ακανθοφόρα φυτά και λουλούδια
και τον ερχομό της αυγής
όπως παντρεύεται με την μυρωδιά του ιδρώτα μας
καθώς θα κάνουμε έρωτα 
(διάταξε με να σκάσω για να πω πως εκτέλεσα εντολή μια φορά στη ζωή μου)

*συμβουλή m.l.

Κυριακή 18 Μαΐου 2014

νο34

|*|
έχοντας βγάλει με βία το μπόλι της ηθικής τους από πάνω του και καμαρώνοντας για την πληγή που έμεινε στη θέση του,καμαρώνοντας για όλες τις πληγές του,άφησε ένα στεναγμό να βγει και άρχισε να ανιστορεί τα όνειρα του
|*|
ναι,μετά από εκείνο όλα τα θυμόταν μου είπε και μερικά θα σας αναφέρω εδώ.μου ανέθεσε βλέπεις τούτο και να του αρνηθώ δε μπορούσα,χωρίς βέβαια να έχω ιδέα από που πηγάζει αυτή η υποχρέωση που ένοιωσα απέναντί του και επωμίστηκα αυτό το φορτίο την συγκεκριμένη στιγμή
/*/
τον εαυτό του είδε να βάζει στοιχήματα με παιδιά χιλιάδες για το αν "πιάνεις πάτο" στις ακτές του ακρωτηρίου ντεζνιόβ την εποχή των πρώτων ανθρώπων και συνεχώς να τα χάνει από μια δεκάχρονη ασιάτισσα με κοραλλένιο περιδέραιο και χαμόγελο σαν ήλιο και να γελάνε.η αλήθεια δεν κρύβεται στα μάτια των παιδιών αλλά στα παιχνίδια τους,διότι η νίκη δεν έχει σημασία για τα παιδιά που παίζουν,μόνο το ίδιο το παιχνίδι.χωρίς άγχος για τη νίκη κι όταν πια καταλάβουμε πως όλα θα έπρεπε να είναι παιχνίδι θα γκρεμίσουμε κάθε λογής οπαδισμό συθέμελα-είπε
/*/ /*/
είδε αγγέλους έκπτωτους πρεζάκηδες,αφού σουτάρουν στρυχνίνη με οινόπνευμα και βασιλικό,με τα φτερά τους κιτρινισμένα από την τσιγαρίλα και την κλεισούρα των διαμερισμάτων που έμεναν στοιβαγμένοι,να κατασπαράσσονται με βουλιμία από γιγάντιες μυγοπαγίδες της αφροδίτης και ουρλιαχτό να μη βγάζουν.οι έκπτωτοι άγγελοι είναι εκείνοι που αρνήθηκαν το ρόλο του μπάτσου του θεού και τελικά τον ίδιο το θεό με αποτέλεσμα αυτός να κρεμαστεί και το κουφάρι του να βρει ο ζαρατούστρας-είπε
/*/ /*/ 
τον χάρη τον λίνδιο είδε,να βαστά στα χέρια και να δουλεύει το κομμάτι μπρούτζου που πρόκειται να γινόταν η αριστερή κόρη του ματιού του αγάλματος του πανόπτη ηλίου,κλαίγοντας και παραμιλώντας για κάποιον ανεκπλήρωτο έρωτά του.και πήγε και του μίλησε και έκατσαν οι δυο τους σε έναν επίπεδο βράχο στην ακροθαλασσιά ακούγοντας τον νωχελικό σε ρυθμό παφλασμό των κυμάτων  και μέθυσαν με κρασί και ξεπείνασαν με φρέσκα αμύγδαλα και ποίηση αρχαία του απήγγειλε που στις μέρες μας δε σώζεται,ως το άλλο πρωί.η ειρωνεία είναι πως ο ανεκπλήρωτος έρωτας του χάρη του λίδιου είχε πνιγεί,δένοντας μια πέτρα στο λαιμό και πέφτοντας από εκείνον εκεί τον ίδιο επίπεδο βράχο,σε αυτή την ίδια νωχελική θάλασσα-είπε
/*/
σε άλλο λέει πως στο μέλλον βρέθηκε.κάποιοι άνθρωποι τρελοί λέει είχαν  αρχίσει αυτό που θα μένει γνωστό ως "πρώτος παγκόσμιος χαρτοπόλεμος" και γενιές χιλιάδες έπειτα θα το θυμούνται και θα το υμνούν στα καλύτερα τραγούδια τους.με φυσοκάλαμα που φτύναν στίχους,μούρινες φλογέρες και αγαποπίστολα θα κέρδιζαν τον πόλεμο εναντίων των γουρουνόμορφων,που έχουν παθολογική αλλεργία σε αυτά τα πράγματα.η γη και η ελευθερία άνηκαν ξανά στους ανθρώπους.αιτία του πόλεμου η ιδιωτικοποίηση των δέντρων και αφορμή μια παρέα που πήγε να αράξει κάτω από ένα πλατάνι και ξυλοκοπήθηκε,βασανίστηκε,σκοτώθηκε από τους γουρουνόμορφους.τα γεγονότα που ακολούθησαν ήταν τεράστιας κλίμακας.η κοινωνική ζύμωση που είχε προηγηθεί και τελικά θα οδηγούσε στον "πρώτο παγκόσμιο χαρτοπόλεμο" ήταν πολλών χρόνων και κύριος εμπνευστής της ήταν λέει ένας άνθρωπος που η ιστορία δεν κατέγραψε το όνομά του και έμεινε γνωστός μόνο ως "ο άνθρωπος που πέταξε το μπόλι"-είπε
|*|
κι άλλα όνειρα πολλά μου είπε και να τα ξεχάσω ούτε γω μπορώ πια.δεν είμαι φίλος με τα βέβαια συμπεράσματα που προκύπτουν από συνδυαστική σκέψη,σε αντίθεση με αυτά που προκύπτουν μαθηματικά,έτσι μια παρατήρηση θα κάνω που αφορά τα όσα άκουσα από κείνον ////////////////////
έχω την εντύπωση πως η ηθική τους είναι ονειροκτόνος

Κυριακή 11 Μαΐου 2014

νο33

 Βγήκα από το σπίτι γύρω στις οκτώμισι.Εφτά ευρώ σε ψιλά στην κωλότσεπη,ένα πακέτο τσιγάρα,ένα στριφτό,κοντόχοντρο έτοιμο κι ένα μυαλό γεμάτο σκέψεις και κακές ιδέες όπως πάντα.Ο καιρός σε προδιέθετε,για πρώτη φορά ίσως φέτος την άνοιξη,να κάτσεις έξω.Εκείνη η ώρα είναι μεταβατική για τα γερόντια του καφενείου που κατηφορίζουν το δρόμο της επιστροφής για τα τσαρδάκια τους,αν και ο χρόνος τους έχει κάνει όλους τους δρόμους ανήφορους καθώς κάθε τους βήμα μοιάζει να χρειάζεται προσπάθεια περίσσια.Την στιγμή που έφτασα ο μπάρμπα-Τάκης πετούσε με μια απαξιωτική κίνηση τα ογδόντα λεπτά,αντίτιμο για τον τούρκικο καφέ του,στο κλασικό,στρογγυλό,σιδερένιο τραπεζάκι του καφενείου,αφήνοντας το χαρακτηριστικό ήχο των κερμάτων να ακουστεί σ'όλη την πλατεία.
"Γεια σου μπάρμπα-Τάκη μάγκα!"
 Έκατσα στο τραπέζι που άφησε,στο υπερυψωμένο κομμάτι της πλατείας με το σκαπιτσαριστό μάρμαρο και τα παρτέρια με τα λουλούδια,ιδανικό μέρος για να αποχαιρετήσεις τον ήλιο που δύει πίσω από το βουνό Φίδι,που το '48 έκαψαν ο καθεστωτικοί με την βοήθεια κάποιων λίγων εναπομεινάντων γερμανών και ιταλών,σε μια προσπάθεια να μην δώσουν χώρο για τυχών επίθεση των ανταρτών που ξέραν το βουνό σα την παλάμη του χεριού τους.Τα πεύκα είναι ξανά πάνω από τριάντα μέτρα ψηλά και την πυρκαγιά εκτός από την ιστορική μνήμη την θυμίζει μόνο ο ήλιος καθώς χάνεται μέσα στην παράδοξα μυτερή φυλλωσιά τους και σιγά-σιγά πίσω απ΄το βουνό.Εκείνη την στιγμή ο Κωστής μου έφερε το τσίπουρό μου μαζί με το τσίγκινο δισκάκι που μέσα είχε δυο κομμάτια χταπόδι,ένα κομμάτι αγγούρι και δυο ελιές,όλα λουσμένα με ξύδι.Ανάμεσα στα χάχανα των παιδιών που παίζαν τρέχοντας ιδρωμένα και κατακόκκινα
στο ανοιχτό μέρος της πλατείας,σε ένα φιλί που αντάλλασσε ένα ζευγάρι εφήβων σε ένα παγκάκι και την παρορμητικότητα των σκέψεων μου ένοιωσα για τρία δευτερόλεπτα την ευτυχία να απλώνεται σε όλο μου το κορμί,ξεκινώντας απ΄την υπόφυσή μου...
 Είδα από μακριά μια γνώριμη φιγούρα με μαύρα ρούχα και κατάμαυρα μαλλιά να βιάζεται να διασχίσει την Μεταλλωρύχων και να φτάσει στο μέρος μου.
"Καλώς τη Ζωή,κάτσε,έχει ωραία βραδιά.Ο Μάκης δε θα'ρθει;"
 Αφού τα είπαμε για λίγο και κανονίσαμε να πάμε για ποδήλατο αρχίσαμε να χαζεύουμε την πλατεία,που την είχαμε "πιάτο",και τον κόσμο που άρχισε να μαζεύεται για τα καλά στα ουζερί-διασκεδασάδικα του κάτω μέρους της.Ήμασταν κυριολεκτικά πάνω από ένα απ'αυτά και εύκολα αν είχαμε την διάθεση μπορούσαμε να αφουγκραστούμε κουβέντες και συζητήσεις.Κύριο χαρακτηριστικό των πελατών του η ανομοιογένεια,πράγμα μάλλον ευχάριστο,ίσως το μόνο ευχάριστο που βρήκα στην έως τότε παρατήρηση που έκανα στο χώρο μαζί με τις πεταχτές ματιές της μελαχρινής που καθόταν στη μεγάλη παρέα,στο πρώτο τραπέζι μετά την έξοδο του μαγαζιού.Ο ιδιοκτήτης,εμφανώς ικανοποιημένος από το ότι το ουζερί είχε τιγκάρει,στεκόταν κονιόρδος στην πόρτα χαμογελώντας και τσεκάροντας τα τραπεζάκια έξω.Σε κάποια φάση κι αφού είχε περάσει κάμποση ώρα,ο πάντα πρόθυμος να εξυπηρετήσει με απώτερο σκοπό το κέρδος μαγαζάτορας απευθυνόμενος στην μεγάλη παρέα της μελαχρινής και μαζί σε άλλες τέσσερις παρέες που τον άκουγαν σίγουρα,είπε:
"Παιδιά να βγάλω την τηλεόραση να δείτε την γιουροβίζιον;"
για να προκαλέσει την αυθόρμητη αντίδραση του νεαρού με τα κοκάλινα γυαλάκια 
"Γάμησε τη την πουτάνα ρε Σταμάτη!Τι την θες;"
  Χαμογελώντας άνοιξα το πακέτο και κοίταξα το στριφτό μου.
"Ζωή εγώ θα την κάνω,αν θες έλα.;Έχω ανάγκη μερικές τζούρες..."


για τον stoned